- σεμεληγενέτης
- σεμεληγενέτης, ου, ὁ,A born of Semele, epith. of Dionysus, AP9.524.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
σεμεληγενέτης — ὁ, Α (ως προσωνυμία τού Διονύσου) αυτός που γεννήθηκε από την Σεμέλη. [ΕΤΥΜΟΛ. < Σεμέλη + γενέτης (< γίγνομαι)] … Dictionary of Greek
σεμεληγενέτην — σεμεληγενέτης born of Semele masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)